top of page

Μικρή Εγκυκλοπαίδεια

Χρήσιμοι επιστημονικοί όροι & σύντομα βιογραφικά σημειώματα, για να σε βοηθήσουν κατά την περιήγησή σου...

Απολίθωμα: <λατ.fossile, από το ρήμα fodere που σημαίνει εξορύσσω. Είναι ένα λείψανο φυτικού ή ζωικού οργανισμού που έζησε πριν από τη σημερινή γεωλογική εποχή και κλείσθηκε σε στρώματα γης που δημιουργήθηκαν πριν από σήμερα ,ή είναι ένδειξη υπάρξεως ζωής που αποτυπώθηκε σε ένα γεωλογικό στρώμα εξαιτίας δραστηριότητας του οργανισμού. Τα απολιθώματα διακρίνονται σε μακροαπολιθώματα όταν το μέγεθός τους είναι τέτοιο ώστε να μη χρειάζονται μεγεθυντικά όργανα και μικροαπολιθώματα όταν το μέγεθός τους είναι μικροσκοπικό και για τη μελέτη τους χρειάζονται μεγεθυντικά όργανα.

Εξόρυξη: το σύνολο των εργασιών με τις οποίες βγάζουν από το υπέδαφος μεταλλεύματα ή χρήσιμα πετρώματα. Η εξόρυξη μπορεί να γίνει στο υπέδαφος ή ακόμη και σε βουνά.

Μητσόπουλος Ηρακλής (1816 - 1892): Ο Ηρακλής Μητσόπουλος ήταν Έλληνας φυσικός, αρχαιολόγος, ορυκτολόγος και γεωλόγος. Θεωρείται ο πατέρας των φυσικών επιστημών στην Ελλάδα. Ολοκλήρωσε την βασική του εκπαίδευση στην Αίγινα, με υποτροφία του Ιωάννη Καποδίστρια, και έπειτα στην Αθήνα. Από το 1837 έως το 1844 σπούδασε Φιλοσοφία και Φυσικές Επιστήμες στο Μόναχο και στο Βερολίνο. Το 1845 διορίστηκε καθηγητής φυσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Δίδαξε ζωολογία, ορυκτολογία και γεωλογία για 47 χρόνια, αποτελώντας τον πρώτο που δίδαξε στην Ελλάδα φυσικές επιστήμες. Ήταν συνιδρυτής του Φυσιογραφικού Μουσείου και Διευθυντής του Ζωολογικού Τμήματος, ιδρυτής και ισόβιος Πρόεδρος του Ζωολογικού Μουσείου στη βόρεια πτέρυγα του κεντρικού κτιρίου του Πανεπιστημίου, καθώς και ένας από τους πρώτους εισηγητές των ανασκαφών του Πικερμίου το 1853. Από την ανασκαφή αυτή έγινε διεθνώς γνωστός και δόθηκε το όνομά του σε ορισμένα παλαιοντολογικά είδη, όπως το «Ithyringotherium Mitsopuli», και ένα γένος παλαιοντολογικών οστράκων, το οποίο ονομάσθηκε προς τιμήν του «Mitzopolines». Διετέλεσε τέσσερις φορές κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής (1850-1851, 1862-1863, 1871-1872 και 1879-1880), καθώς και πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών το ακαδημαϊκό έτος 1864-1865. 

Μητσόπουλος Κωνσταντίνος (1844 - 1911): Ο Κωνσταντίνος  Μητσόπουλος ήταν Έλληνας φυσικομαθηματικός καθηγητής πανεπιστημίου του 19ου αιώνα. Ήταν ο πρώτος που αποφοίτησε με διδακτορικό δίπλωμα φυσικών επιστημών του Εθνικού Πανεπιστημίου, το 1868.

Σπούδασε φυσική, χημεία, πυροχυμική, γεωλογία, γεωδαισία, μεταλλουργία, μεταλλευτική, μεταλλευτικό δίκαιο και μηχανουργική για έξι χρόνια με υποτροφία της Κυβέρνησης στη μεταλλευτική ακαδημία Freiberg Bergakademie της Σαξωνίας. Διορίστηκε έκτακτος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο και το Πολυτεχνείο το 1875. Το 1888 έγινε τακτικός καθηγητής. Το ακαδημαϊκό έτος 1888-1889 διετέλεσε κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής και το ακαδημαϊκό έτος 1907-1908 της Σχολής Θετικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το ακαδημαϊκό έτος 1900-1901 εξελέγη πρύτανης του Πανεπιστημίου. Απαλλάχτηκε το 1910 από καθηγητής και διορίστηκε διευθυντής του Πολυτεχνείου. Ήταν ο πρώτος ειδικός γεωλόγος και ορυκτολόγος της Ελλάδας, εισηγητής της Πειραματικής Ορυκτολογίας και από τους κυριότερους συντελεστές της προαγωγής των φυσικών επιστημών στην Ελλάδα. Ήταν, επίσης, εκδότης του περιοδικού «Προμηθεύς». Δημοσίευσε πολλά συγγράμματα όπως «Η γεωλογική διαμόρφωση του Ελληνικού εδάφους», «Η φυσική γεωγραφία της Θράκης» «Η γεωλογική ιστορία της Ελληνικής χώρας» κ.α.

Ορυκτό: μία χημική ένωση ή στοιχείο, το οποίο έχει σχηματισθεί σαν αποτέλεσμα μίας γεωλογικής διεργασίας και κανονικά έχει μία συγκεκριμένη κρυσταλλική δομή. Τα ορυκτά σε ατμοσφαιρικές συνθήκες βρίσκονται σε στερεά κατάσταση. Εξαίρεση αποτελεί ο υδράργυρος ο οποίος στη φύση βρίσκεται σε υγρή κατάσταση. Στην κατηγορία των ορυκτών εντάσσονται και ενώσεις οι οποίες βρίσκονται σε άμορφο κατάσταση, δηλαδή δεν χαρακτηρίζονται από συγκεκριμένη κρυσταλλική δομή (π.χ. άμορφο πυρίτιο). Παράδειγμα ορυκτού είναι το διαμάντι.

Ορυκτολογία: η επιστήμη που μελετά τα ορυκτά και ειδικότερα τις ιδιότητές τους, τη χημική σύνθεση και συμπεριφορά τους, τη κρυσταλλική μορφή τους καθώς και την κατάταξη και ονοματολογία τους. Επίσης μελετά το ρόλο ενός εκάστου ορυκτού στη φύση, την ιστορία του, την γένεση και τις μεταμορφώσεις του, τις ποικιλίες του (σε διάφορες συνθήκες) και τις μεταξύ τους σχέσεις. Αποτελεί κλάδο των Γεωεπιστημών.

Ορυχείο: ο τόπος, επιφανειακός ή εσωτερικός, στη Γη από τον οποίο εξάγονται χρήσιμα ορυκτά.

Ορφανίδης Θεόδωρος (1817 - 1886): Ο Θεόδωρος Ορφανίδης ήταν Έλληνας ποιητής και βοτανικός του 19ου αιώνα. Σπούδασε βοτανική στο Παρίσι με κρατική υποτροφία. Όταν γύρισε το 1850 διορίστηκε έκτακτος καθηγητής στο πανεπιστήμιο, ενώ το 1854 αναβαθμίστηκε σε τακτικό καθηγητή. Την περίοδο 1867-1868 χρημάτισε πρύτανης. Ήταν ο εκδότης του περιοδικού «Γεωπονικά». Ο Ορφανίδης μελέτησε τον φυτικό πλούτο της Ελλάδας και δημοσίευσε τα πορίσματα των ερευνών του στο έργο του Flora graeca exciccata. Ανακάλυψε πενήντα περίπου είδη ελληνικών φυτών. Αρκετά φυτικά είδη έχουν ονομασθεί προς τιμήν του, όπως το Heracleum orphanidis, Centaurea orphanidea, Euphorbia orphanidis, Tulipa orphanidea κ.α.

Παλαιοντολογία: η επιστήμη η οποία ασχολείται με την μελέτη των παλαιών όντων, τη μελέτη των οργανισμών -ζωικών και φυτικών- που έζησαν στη γη πριν τη σημερινή γεωλογική εποχή και κλείσθηκαν σε στρώματά της, που δημιουργήθηκαν πριν από σήμερα. Η Παλαιοντολογία συνδέει το παρελθόν με το παρόν. Αντικείμενο μελέτης της είναι το απολίθωμα. Αποτελεί κλάδο των Γεωεπιστημών.

Πέτρωμα: γενική ονομασία για το υλικό από το οποίο συνίσταται ο στερεός φλοιός της γης και ειδικότερα το τμήμα του στερεού φλοιού το οποίο παρουσιάζει γεωλογική αυτοτέλεια. Παράδειγμα πετρώματος είναι το μάρμαρο. (καλούνται οι μορφολογικά αυτοτελής δομικές μονάδες με καθορισμένη ορυκτολογική σύσταση από τις οποίες συνίσταται ο φλοιός της γης. Από ορυκτά.gr)

Σκούφος Θεόδωρος (1864-1938): Ο Θεόδωρος Σκούφος ήταν Έλληνας πολιτικός και καθηγητής πανεπιστημίου. Σπούδασε στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Αθήνας και αναγορεύτηκε διδάκτωρ των Φυσικών Επιστημών το 1888. Εργάστηκε ως βοηθός του καθηγητή Κωνσταντίνου Μητσόπουλου. Διορίστηκε καθηγητής της Φυσιογραφίας στη μέση εκπαίδευση. Σπούδασε με υποτροφία της Ελληνικής Κυβέρνησης, γεωλογία και παλαιοντολογία στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, το Βέλγιο και τη Γαλλία. Το 1896 διορίστηκε επιμελητής του Ορυκτολογικού και Γεωλογικού Μουσείου, και καθηγητής στο Αρσάκειο. Το 1906 διορίστηκε Τακτικός Καθηγητής στη νεοϊδρυθείσα στο Πανεπιστήμιο έδρα της Γεωλογίας και Παλαιοντολογίας και υπήρξε ο πρώτος ειδικός Παλαιοντολόγος της Ελλάδας. Δίδαξε Παλαιοντολογία, Ζωολογία, Πετρογραφία και Ορυκτολογία στο Πανεπιστήμιο και Γεωλογία, Ορυκτολογία και Πετρογραφία στο Πολυτεχνείο. Διετέλεσε τρεις φορές (1910-1911, 1929-1930 και 1932-1933) κοσμήτορας της Σχολής Θετικών Επιστημών. Το ακαδημαϊκό έτος 1916-1917 διετέλεσε πρύτανης του πανεπιστημίου Αθηνών. Πολιτεύτηκε και εκλέχτηκε δυο φορές βουλευτής και Υπουργός της Παιδείας. Το 1903 πραγματοποίησε παλαιοντολογικές ανασκαφές στη λεκάνη της Μεγαλόπολης, οι οποίες έφεραν στο φως μεγάλη ποσότητα απολιθωμένων μεγάλων θηλαστικών (πλειστοκαινικής ηλικίας), όπως ελέφαντες, ρινόκερους, ιπποπόταμους, μαμμούθ (το νοτιότερο σημείο ευρέσεως στη γη), καθώς και άλλα ζώα. Συνέγραψε αρκετές εργασίες και συγγράμματα σχετικά με την παλαιοντολογία και τη γεωλογία.

 

Φυσιοδίφης: αυτός που ασχολείται με την έρευνα και τη μελέτη της φύσης και ιδίως των ζώων, των φυτών και των ορυκτών.

Χέλντραϊχ, Τέοντορ Χέρμαν (1822 – 1902): Ο Τέοντορ Χέρμαν φον Χέλντραϊχ ή, όπως ο ίδιος υπογράφει στα ελληνικά του συγγράμματα, Θεόδωρος δε Χελδράιχ, ήταν Γερμανός βοτανολόγος του 19ου αιώνα που έζησε και εργάστηκε στην Ελλάδα. Σπούδασε φιλοσοφία στο Φράιμπουργκ και αργότερα, από το 1837 μέχρι το 1842, βοτανική στο Μονπελιέ και στη Γενεύη. Το 1843 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και το 1851 έγινε διευθυντής του Βοτανικού κήπου της Αθήνας, θέση που υπηρέτησε μέχρι τον θάνατό του. Από το 1880 μέχρι το 1883 δίδαξε φυσική ιστορία στα παιδιά της βασιλικής οικογένειας. Δημοσίευσε πάνω από 70 εργασίες σχετικές με την ελληνική χλωρίδα σε σοβαρά επιστημονικά περιοδικά της Ελλάδας και του εξωτερικού. Μαζί με τον Θεόδωρο Ορφανίδη, ήταν οι θεμελιωτές της σύγχρονης βοτανικής επιστήμης στην Ελλάδα και δημιούργησαν δύο από τις σπουδαιότερες συλλογές αποξηραμένων φυτών της ελληνικής χλωρίδας. Από το 1858 μέχρι το 1883 υπήρξε γενικός επιμελητής του Φυσιογραφικού Μουσείου του Οθώνειου Πανεπιστημίου Αθηνών. Ανακάλυψε 7 νέα γένη φυτών και 700 είδη. 70 από αυτά φέρουν το όνομά του όπως το ρόμπολο (Pinus heldreichii), Chaerophyllum heldreichii, Trifolium heldreichianum, Viola heldreichiana κ.α. Ένα τμήμα της συλλογής του με φυτά της Ελλάδας βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο.

Απολίθωμα
Εξόρυξη
Ηρακλής Μητσόπουλος
Μητσόπουλος Κωνσταντίνος
Ορυκτό
Ορυκτολογία
Ορυχείο
Ορφανίδης Θεόδωρος
Παλαιοντολογία
Πέτρωμα
Σκούφος Θεόδωρος
Φυσιοδίφης
Χέλντραϊχ Τέοντορ Χέρμαν
Logo_uoa_blue.png

ΔΠΜΣ Μουσειακές Σπουδές

Τμήμα Ιστορίας & Φιλοσοφίας της Επιστήμης

Στιγμιότυπο οθόνης (33).png

Η ΣΘΕ ΒΙΟΓΡΑΦΕΙΤΑΙ - Ιστορίες Αντικειμένων 2022

bottom of page